Ανυπακοή
Τα αποτελέσματα από τις τελευταίες εκλογές θέτουν σοβαρά προβλήματα σε σχέση με κείνο το ποσοστό των ψηφοφόρων που νομιμοποιεί μια κυβέρνηση και το κυβερνών κόμμα να ισχυρίζονται ότι διαθέτουν την πλειοψηφία ενός λαού και επομένως ότι δικαιούνται να ασκούν την εξουσία.
Ηδη το γεγονός ότι οι ποικίλες αλχημείες -απαραίτητες για να λειτουργήσει δήθεν το σύστημα- επιτρέπουν να αναδειχθούν κυβερνήσεις ουσιαστικής μειοψηφίας κάτω του 50% και να λαμβάνουν αποφάσεις και μέτρα που είναι δυνατόν ακόμα και να αντίκεινται στα συμφέροντα της πραγματικής πλειοψηφίας, έχει ως αποτέλεσμα να υποσκάπτεται η ενότητα του λαού, που μονάχα μια ουσιαστική πλειοψηφία μπορεί να την εξασφαλίσει, και επομένως η εθνική σύμπνοια που θα πρέπει να αποτελεί το ΑΛΦΑ και το ΩΜΕΓΑ τόσο για την ομαλότητα όσο και για την πρόοδο του συνόλου μιας κοινωνίας.
Τι γίνεται, όμως, όταν η μεγάλη αποχή και η ύπαρξη πολλών κομμάτων κατεβάζει τον πήχυ της κυβερνητικής πλειοψηφίας στο ένα τρίτο του συνόλου των ψηφοφόρων; Δεν πρόκειται πλέον για ένα ποσοστό περιορισμένης μειοψηφίας, όπως πριν, αλλά για ένα αποτέλεσμα μιας ελάχιστης μειοψηφίας, που επομένως είναι απαράδεκο να μπορεί να εκπροσωπήσει το σύνολο του λαού και μάλιστα σε μια περίοδο εθνικής κρίσεως.
Από τις αλχημείες των συνταγματολόγων του ισχύοντος κοινοβουλευτικού μας συστήματος εκπέσαμε στην καρικατούρα της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, που επιτρέπει σε μια ασήμαντη για κοινοβουλευτικά σταθμά μειοψηφία να ασκεί την εξουσία εν ονόματι αλλά, εάν το επιθυμεί, και εις βάρος της πραγματικής πλειοψηφίας του λαού.
Η δημοκρατική αρχή δεν εξαντλεί το νόημά της στην τυπική νομιμοποίηση της εξουσίας, στην τήρηση δηλαδή των συνταγματικών διαδικασιών. Κανείς δεν αμφισβητεί τη νομιμότητα των δύο εκλογικών γύρων ή των εκλογικών αποτελεσμάτων. Εκείνο που αμφισβητείται είναι αν, με ένα τόσο μεγάλο ποσοστό αποχής, που αγγίζει το ήμισυ και περισσότερο του εκλογικού σώματος, υπάρχει ουσιαστική νομιμοποίηση της εξουσίας. Η δημοκρατική αρχή αξιώνει, για να τηρείται η αρχή της λαϊκής κυριαρχίας, πέρα από την τυπική νομιμοποίηση της εξουσίας και την ουσιαστική νομιμοποίησή της. Αξιώνει δηλαδή το εκλογικό αποτέλεσμα να δηλώνει ή έστω να αντανακλά και τη συναίνεση, την αποδοχή της πλειοψηφίας. Εδώ όμως είχαμε ευρύτατη αποχή. Και μιλάμε για αποχή, όχι για λευκά, γιατί, σε αντίθεση με την αποχή, τα λευκά εκφράζουν τη συναίνεση τουλάχιστον ως προς την εκλογική διαδικασία.
Το γεγονός αυτό, κατά τη γνώμη ενός απλού πολίτη όπως εγώ, αποτελεί εκτροπή από τη δημοκρατική νομιμότητα, κατά την οποία η πλειοψηφία κυβερνά και η μειοψηφία ελέγχει. Γιατί, σήμερα, η μεν μειοψηφία κυβερνά, η δε πλειοψηφία είναι καταδικασμένη να υφίσταται παθητικά τις αποφάσεις της.
Γεγονός που κατά τη γνώμη μου νομιμοποιεί την ανυπακοή και την καθιστά όργανο άμυνας των πολλών απέναντι σε μια έωλη και ουσιαστικά αντιδημοκρατική νομιμοποίηση των ολίγων.
Στον πρώτο γύρο των εκλογών για τον Καλλικράτη το ΠΑΣΟΚ απώλεσε ένα εκατομμύριο από τους ψηφοφόρους του. Αυτό σημαίνει ότι με τον α ή τον β τρόπο οι οπαδοί του κυβερνώντος κόμματος διαφώνησαν με την πολιτική του. Πώς καταγράφεται λοιπόν αυτή η αποδοκιμασία του κυβερνητικού προγράμματος από τους ίδιους τους οπαδούς του, σε συνταγματικό επίπεδο ουσίας και όχι τύπων; Και κυρίως, ποιες είναι στο επίπεδο πραγματικής δημοκρατικής λειτουργίας του πολιτεύματος; Και με ποιες επιπτώσεις στην πορεία της χώρας; Και με ποιο ουσιαστικό, και όχι τυπικό και διάτρητο κύρος όπως τώρα θα εξακολουθεί να έχει το μονοπώλιο των αποφάσεων στη Βουλή για την ψήφιση νόμων και μέτρων χάρη στην κυβερνητική πλειοψηφία;
Πρόκειται για ένα συνταγματικό αδιέξοδο, που βαρύνει, αλλοιώνει και βλάπτει τη χρηστή διακυβέρνηση της χώρας, οδηγώντας σε μια ουσιαστική κατάχρηση εξουσίας και μετατρέπει τη Βουλή σε ένα άλλοθι για μια κατ’ ουσίαν δικτατορική επιβολή μιας μειοψηφίας επί της πλειοψηφίας. Με άλλα λόγια, οδηγεί στην καταπάτηση της Δημοκρατίας ως συστήματος που διασφαλίζει ίσα δικαιώματα σε όλους τους πολίτες.
Υποθέτω ότι μετά τη μετατροπή του Πολιτεύματος από Προεδρικό σε Πρωθυπουργοκεντρικό, ο ρόλος του Προέδρου της Δημοκρατίας -που είναι κατά το Σύνταγμα «ρυθμιστής του Πολιτεύματος»- παραμένει παθητικός.
Τι δέον γενέσθαι; Το ιδεώδες θα ήταν, η ίδια η κυβέρνηση να αποκτούσε συναίσθηση της θέσης της και να αναζητούσε μέσα κι έξω από τη Βουλή την ευρύτερη δυνατή συναίνεση επιδιώκοντας οι όποιες αποφάσεις να έχουν την έγκριση της ουσιαστικής πλειοψηφίας του λαού, παύοντας να οχυρώνεται αλαζονικά σε μια συνταγματική νομιμότητα που μοιάζει με το «άδειο πουκάμισο» του Γιώργου Σεφέρη.
Σήμερα μπορούμε να πούμε ότι ο Βασιλιάς είναι γυμνός, δηλαδή ιστορικά και εθνικά ακατάλληλος να υποστηρίξει τα δικαιώματα του λαού του.
Στο μεταξύ, και έως ότου η πολιτική εξουσία επιλύσει τα προβλήματά της εμείς, η συντριπτική πλειονότητα των ανεξάρτητων πολιτών, έχουμε ηθικό, εθνικό και δημοκρατικό χρέος να θεωρούμε τις αποφάσεις αυτής της ουσιαστικής μειοψηφίας -σε μια εποχή μάλιστα που έχει παραδώσει τις τύχες της χώρας μας στους ξένους- ως ηθικά, εθνικά και δημοκρατικά παράνομες, αντιτάσσοντας το όπλο της ΑΝΥΠΑΚΟΗΣ στις ηθικά, εθνικά, δημοκρατικά και ιστορικά παράνομες αποφάσεις της.
Ανυπακοή ατομική και συλλογική σε όλα τα αντιλαϊκά μέτρα, που παίρνονται μάλιστα κατ’ επιταγήν των ξένων επιτηρητών μας και που θίγουν, εκτός από τα συμφέροντα του Λαού και της χώρας, την προσωπική, λαϊκή και εθνική μας αξιοπρέπεια.
Στην ιστορία των δημοκρατιών, η πολιτική ανυπακοή υπήρξε το μέσο μη βίαιης και διαφανούς αντίστασης του συνειδητού πολίτη απέναντι στις αποφάσεις μιας κυβέρνησης που παραβιάζει τους θεμελιώδεις κανόνες της κοινωνικής συμβίωσης. Η πολιτική ανυπακοή δεν είναι μια αυθαίρετη έννοια. Είναι μια ολόκληρη θεωρία της πολιτικής επιστήμης και του συνταγματικού δικαίου και κεκτημένο του πολιτικού και συνταγματικού μας πολιτισμού. Οι ρίζες της ανάγονται στις απαρχές του συνταγματισμού, στη Μάγκνα Κάρτα και στο περίφημο δικαίωμα αντίστασης. Δηλώνει το δικαίωμα του πολίτη να μην τηρεί τις υποχρεώσεις του απέναντι στην εξουσία, όταν εκείνη πρώτα δεν τηρεί τους όρους του «κοινωνικού συμβολαίου». Ας μην ξεχνάμε την ακροτελεύτια διάταξη του Συντάγματός μας: «Η τήρηση του Συντάγματος επαφίεται στον πατριωτισμό των Ελλήνων».
Σας εξέθεσα όσο γίνεται πιο σύντομα τις απόψεις μου. Που θα τις βρείτε ολοκληρωμένες στο βιβλίο που κυκλοφορεί, με τίτλο «Η Σπίθα».
Αυτούς που συμφωνούν μαζί μου, τους καλώ να σχηματίσουν ανεξάρτητες Επιτροπές Πρωτοβουλίας στους χώρους που ζουν, εργάζονται και σπουδάζουν, με σκοπό την ενημέρωση, τον προβληματισμό αλλά και τη δραστηριοποίηση και την πραγματοποίηση παρεμβάσεων με όποια και όσα μέσα διαθέτουν.
Σε ένα μελλοντικό στάδιο, αυτές οι διάσπαρτες Επιτροπές θα πρέπει να προσπαθήσουν να έχουν επαφή η μία με την άλλη, ώστε να συντονιστούν οι δράσεις τους, για να φτάσουμε στο επίπεδο δημιουργίας Επιτροπών Πρωτοβουλίας που να καλύπτουν ένα τομέα εργασίας, μια σχολή, μια συνοικία, μια πόλη, ακόμα και μια περιοχή.
Εγώ προσωπικά έχω ήδη σχηματίσει γύρω μου μια δεκαμελή Επιτροπή Πρωτοβουλίας αποτελούμενη από φίλους και συνεργάτες, και είμαστε διατεθειμένοι να συμβάλουμε στον συντονισμό σε ευρύτερη κλίμακα.
Πριν σας αφήσω, θα ήθελα να συνοψίσω τους βασικούς μας στόχους και την άμεση δραστηριότητα που θα πρέπει να αναπτύξουμε:
Δεν διστάζω να σας πω ότι τα κατάφεραν πάλι να με κάνουν να νοιώθω ξένος στη χώρα μου. Ο Μεγάλος Αδελφός, το μάτι της Εξουσίας, έχει μπει πια για καλά στα σπίτια μας, μας παρακολουθεί και προσπαθεί με το ψέμα, τη διαστρέβλωση και την ανηλεή προπαγάνδα να γίνουμε κάποιοι άλλοι. Οπως αυτοί, που έμαθαν να ζουν μόνο με αφεντικά και να εφαρμόζουν πειθαρχικά τις επιθυμίες και τις εντολές τους. Μόνο που σήμερα πίσω από τα ελληνικά τους ονόματα και την ελληνική γλώσσα κρύβονται κάποιοι ξένοι που με χίλια δυο μέσα, αλλά δυστυχώς και με χιλιάδες συμπατριώτες μας συνεργάτες, κατάφεραν και πάλι να μας διαιρέσουν, να μας αποπροσανατολίσουν, να μας ζαλίσουν, να μας οδηγήσουν στην άκρη του γκρεμού και να μας φοβίσουν τόσο πολύ για την ίδια μας την προσωπική υπόσταση, ώστε να μην μπορούμε να δούμε γύρω μας τους μεγάλους Εθνικούς κινδύνους που μας περικυκλώνουν απειλητικά.
Και αυτό είναι το πρώτο που θα ήθελα να σας τονίσω. Ο Μεγάλος Κίνδυνος σήμερα δεν είναι τόσο η οικονομική μας κατάντια αλλά η ίδια η ακεραιότητα της Πατρίδας. Και δεν αποκλείεται καθόλου αυτά τα δύο να συνδέονται μεταξύ τους, δηλαδή να μας ζαλίζουν καθημερινά με νέα μέτρα, για να φύγει η σκέψη μας από τα Μέγιστα, όπως είναι η Εθνική μας οντότητα. Ετσι όταν ξαφνικά προκύψουν οι εχθρικές ενέργειες, δεν θα υπάρχουν πια αληθινοί Ελληνες να τους εμποδίσουν.
Κάτω απ’ αυτές τις συνθήκες, δεν μας μένει τίποτε άλλο παρά να αναδιπλωθούμε στον εαυτό μας, για να αναζητήσουμε δύναμη από τις παραδόσεις που ο καθένας κλείνει μέσα του και στη συνέχεια να συναντήσουμε τους αληθινούς πατριώτες που νοιώθουν και σκέφτονται όπως εμείς, αντλώντας δύναμη ο ένας από τον άλλο, έως ότου γίνουμε χιλιάδες. Γιατί μόνο έτσι θα μπορέσουμε να εξοντώσουμε το τέρας της ξένης εξάρτησης, που αφού δεν μπόρεσε ώς τώρα να μας αντιμετωπίσει μετωπικά, μεταμφιέστηκε σε Δούρειο Ιππο, που έφτασε στο σημείο να νομοθετεί στη Βουλή των Ελλήνων κρυμμένος πίσω από μια ισχνή κοινοβουλευτική μειοψηφία, που στην πραγματικότητα την ακολουθεί μόνο ένα 20% «Μνημονιακών» οπαδών κι οι περισσότεροι απ’ αυτούς ακολουθούν πιθανότατα γιατί δεν βλέπουν ακόμα τη «μεγάλη εικόνα» των πραγμάτων. Και είναι πραγματικά απορίας άξιο, πώς δέχονται οι υπόλοιποι βουλευτές, ο πρόεδρος της Βουλής κι ακόμα-ακόμα ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας να μεταβάλλεται ο Ναός της Ελληνικής Δημοκρατίας, σε μια μηχανή νομιμοποίησης μιας ουσιαστικά αντιδημοκρατικής και αντιλαϊκής πολιτικής. Γιατί τάχα δεν γίνεται ένα Δημοψήφισμα, για να δούμε πόσοι Ελληνες είναι υπέρ ή κατά του Μνημονίου, της Τρόικας και ειδικά του ΔΝΤ ;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου