Wikipedia

Αποτελέσματα αναζήτησης

Σάββατο 30 Ιουλίου 2022

Προτιμούν τα Ι.Χ, σε βάρος των φορτηγών – ψυγείων

 


Έφτασαν μέχρις εμάς παράπονα επιχειρηματιών, ότι τα πλοία της ακτοπλοΐας προτιμούν τα Ι.Χ, σε βάρος των φορτηγών – ψυγείων που μεταφέρουν ευπαθή προϊόντα στο νησί.

Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να πλήττεται όλη η αλυσίδα της εστίασης. Το προϊόν δεν φτάνει στην ώρα του στο κατάστημα πώλησης , δεν φτάνει στην ώρα του στο εστιατόριο, δεν φτάνει στην ώρα του στο τραπέζι του καταναλωτή – τουρίστα. Και αυτή είναι η καλύτερη των περιπτώσεων. Γιατί υπάρχει και η χειρότερη. Να  μένει το εστιατόριο χωρίς την απαραίτητη τροφοδοσία στην κορύφωση της τουριστικής περιόδου.

Αυτό το γνωρίζει το Υπουργείο Τουριστικής Ανάπτυξης και το Υπουργείο Ναυτιλίας;

Οι βουλευτές μας είναι ενημερωμένοι;

Σάββατο 23 Ιουλίου 2022

Γιάννης Αλιπράντης – Φανιός: Την πήρανε τη μάνα μας οι ιταλοί, ενώ ήτανε λεχώνα.

 




Ο Γιάννης, ο αδελφός της Κούλας 6 χρονών τότε, έβλεπε αυτά που συνέβαιναν στην κατοικιά τους, αλλά λίγα καταλάβαινε. Και ένα από αυτά, ότι οι κακοί ήταν οι ιταλοί.

Μια μέρα που οι ιταλοί βρίσκονταν κοντά στην Κατοικιά, και τους είδε να ανεβαίνουν την πλαγιά ψάχνοντας το Χάρη, ειδοποίησε την αδελφή του και εκείνη, που ήξερε την κρυψώνα, έτρεξε, τον βρήκε και του φώναξε: «Μπάρμπα, φύγε από δω και πήγαινε στο άλλο χωράφι». Εκείνος κατάλαβε περί τίνος επρόκειτο και πήγε σε άλλη κρυψώνα.

Ο Γιάννης, που τώρα διανύει το 86ο έτος, ήταν παρών στη συζήτηση που είχα με την Κούλα και κάποιες φορές την διέκοπτε, οσάκις θυμόταν κάποιο συμβάν.

Ερώτηση: Πες μου, Κούλα, τώρα πως συλλάβανε τη μητέρα σου.

Πριν μιλήσει η Κούλα, παρεμβαίνει ο Γιάννης, στη συζήτηση.

Γιάννης: Θυμάμαι πολύ καλά τι συνέβη εκείνο το βράδυ. Ήταν περίπου 9 η ώρα, όταν μπήκαν 9 ιταλοί στο σπίτι. Ερευνήσανε όλο το σπίτι, γιατί ψάχνανε το Χάρη.  Ο Χάρης ήταν μέσα στο σπίτι, αλλά όταν πήρε είδηση τους ιταλούς πρόλαβε και έφυγε από ένα παράθυρο που υπήρχε στην πίσω πλευρά του σπιτιού.

Μετά από μια ώρα οι ιταλοί επέστρεψαν και αυτό γινόταν κάθε μια ώρα μέχρι τις 12 τα μεσάνυχτα, όπου εμφανίστηκαν 12 ιταλοί και στήσανε ένα πολυβόλο έξω από την πόρτα. Η καημένη η μάνα μας τρόμαξε και από τότε έπαθε η καρδιά της. Την πήρανε τη μάνα μας ενώ ήτανε λεχώνα.

Κούλα: Άμα πήρανε τη μάνα μας, έτρεξα και πήγα πιο κάτω που ήταν το σπίτι της γιαγιάς μου. Της λέω, «Γιαγιά, έλα στο σπίτι γιατί οι ιταλοί πήραν τη μάνα και εγώ δεν ξέρω τι να κάνω με το μωρό». Και εκείνη μου απάντησε: «Εγώ δεν έρχομαι απάνω τέτοια ώρα». Φοβότανε η κακομοίρα, γριά γυναίκα.

Αφού πέρασε η βδομάδα και η μαμά μου δεν ερχότανε, λέω στη θεία μου την Ζαμπέτα, την αδερφή του μπαμπά μου, που έμενε παρακάτω: «Βρε θεία σε παρακαλώ, να πάμε το μωρό στη χώρα να το βυζάξει και το παίρνομε πάλι και ερχόμαστε πίσω». Δεν μου έφερε αντίρρηση η θεία μου. «Πάμε» μου είπε. Γιατί στο μωρό δίναμε μόνο χαμομήλι, επειδή τότε δεν τους δίνανε γάλα. Οι μανάδες τα βυζαίνανε τα μωρά. Αφού ξεκινήσαμε με τη θεία μου με το γαϊδουράκι, μόλις φτάσαμε στις καλαμιές, στον δεύτερο  ποταμό, προτού φτάσουμε στα Κακάπετρα, βλέπω τη μάνα μου που ερχότανε με τα πόδια έξω. Κουρελιασμένη, τα μαλλιά της πεσμένα. Νόμιζες πως έβλεπες ένα φάντασμα. Μόλις την είδα της λέω: «Βρε μάνα τι έγινες; Γιατί δεν ερχόσουνα;» «Με είχανε φυλακισμένη και με ανακρίνανε και δεν μπορούσα να φύγω». Μετά την ξαναπήρανε τη μάνα και εγώ της πήγαινα το μωρό για να το θηλάζει. Και αυτό βάστηξε μήνες. Το μωρό μας είχε υποσχεθεί ο Χάρης να το βαφτίσει. Άμα τέλειωσε ο πόλεμος ο Χάρης ήρθε στο σπίτι μας και το βάφτισε. Το βγάλαμε Μαρία. Έγινε μεγάλο γλέντι στο σπίτι που κράτησε 3 μέρες, λες και ήταν γάμος.

 

Παρασκευή 22 Ιουλίου 2022

Η 90χρονη Κυριακή, κόρη του Σταύρου Αλιπράντη – Φανιού θυμάται τη γνωριμία της με το Χάρη Γραμματικάκη και τη σύλληψη του πατέρα της από τους ιταλούς.

 



Λόγω της ενασχόλησής μου αυτό το διάστημα με την επισκευή και τη συντήρηση της μονής του Αγίου Αρσενίου μαζί με μια εξαίρετη ομάδα πιστών και φίλων της μονής, έχω έλθει σε επαφή με κατοίκους της περιοχής. Πρόσφατα βρέθηκα στο σπίτι της Κυριακής Αλιπράντη, κόρης του Σταύρου Αλιπράντη και μιλήσαμε αρκετά για τον πατέρα της αλλά και για τον σημαντικό ρόλο που έπαιξε πλάι του.

Η Κυριακή (Κούλα) Αλιπράντη είναι πλέον 90 ετών, αλλά διαθέτει πλήρη διαύγεια και θυμάται πολύ καλά τα όσα έζησε εκείνη την ταραγμένη εποχή σε ηλικία περίπου 10 ετών.

Μεταφέρω μερικά αποσπάσματα από τη συνομιλία που είχαμε, όπως ακριβώς μου τα είπε:

Ερώτηση: Πες μου Κούλα, πότε είδες για πρώτη φορά τον Χάρη Γραμματικάκη;

Απάντηση: Ήταν βράδυ, όταν μας επισκέφτηκε στο σπίτι μας ο Γραμματικάκης μαζί με ένα κύριο ξανθό που δεν μιλούσε καθόλου. Μετά κατάλαβα πως ήταν εγγλέζος, γιατί ο μπαμπάς μου, όπου πήγαινε με έπαιρνε μαζί του. Γιατί ο Χάρης ήθελε ένα μικρό πιτσιρίκι κορίτσι ή αγόρι που να είναι έμπιστο για να το στέλνουν σε διάφορα μέρη. Και ο μπαμπάς μου πήρε εμένα και δοκιμάσανε εμένα.  Εγώ τότε ήμουν 10 χρονών και το Χάρη τον αποκαλούσα μπάρμπα. Εκείνο το βράδυ είπαν διάφορα με τον μπαμπά μου, αλλά εγώ δεν κατάλαβα τίποτα.

Ο μπαμπάς μου με έπαιρνε μαζί του και πηγαίναμε στην Αντίπαρο. Και τότε που έγινε η μάχη στο σπίτι του Τζαβέλα, ο μπαμπάς μου ήταν μέσα και το’σκασε μαζί με τον Τζαβέλα.

Περάσανε με βάρκα απέναντι και ο Τζαβέλας κρυβότανε στο σπίτι μας.

Ο Χάρης κρυβόταν σε μια σπηλιά στο Σαρακίνικο.

Αργότερα πιάσανε τον Τζαβέλα και τον πατέρα μου οι ιταλοί τον παρακολουθούσανε. Ήταν οικοδόμος και κυκλοφορούσε μέσα στη Χώρα. Έχω και φωτογραφία του, που δούλευε στην οικοδομή. Ο πατέρας μου δεν ξέρω πως τα κατάφερνε και όταν τέλειωνε τη δουλειά του, πήγαινε και εύρισκε το Γραμματικάκη το Χάρη και μιλούσανε. Τι λέγανε δεν ξέρω, γιατί δεν ήμουν μπροστά. Κάποια στιγμή όμως πιάσανε τον πατέρα μου, γιατί τον προδώσανε. Γιατί π.χ. εγώ έχω εμπιστοσύνη σε εσάς και εσείς είστε ρουφιάνος. Είχε πάρει κάποιον για βοηθό του στην Αντίπαρο γιατί φτιάχνανε μια στέρνα στο Δεσποτικό, απέναντι από την Αντίπαρο, για να κρύβουνε όπλα και άλλα, που έφερναν τα υποβρύχια και αυτός μίλησε.

Ερώτηση: Πες μου τώρα πως πιάσανε τον πατέρα σου;

Κούλα: Αφού τον προδώσανε ήρθανε οι ιταλοί νύχτα στο σπίτι μας και το κύκλωσαν. Στη 5 το πρωί πριν βγει ο πατέρας μου προς νερού του, άνοιξε το πάνω φύλλο της πόρτας και τους είδε. Η πόρτα τότε ήταν μισή. Άνοιγε ξεχωριστά το πάνω μέρος. Όταν τους είδε έκλεισε την πόρτα, ξυπνάει εμένανε, σηκώνει τη μάνα μου και γυρίζει σε μένα και μου λέει: « Πρόσεξε καλά μικρή, από ό,τι ξέρεις, από ό,τι είδες (και στη μάνα μου το είπε αυτό), αν με βάλουνε φυλακή οι ιταλοί και μιλήσετε και πείτε το παραμικρό, εγώ θα σας σκοτώσω με τα ίδια μου τα χέρια, αν γλυτώσω». «Να το ξέρετε» γύρισε και μας είπε. Και ανοίγει την πόρτα. Αυτοί δεν ξέρανε το σπίτι και τους έφερε ο Νικολός ο αγροφύλακας, όχι ότι ήταν προδότης ο άνθρωπος, αλλά ήξερε το σπίτι και του είπαν να τους πάει. Ο Νικολός είπε στο μπαμπά μου: «Σταύρο, μου το ζητήσανε και τους έφερα. Δεν μπορούσα να κάνω αλλιώς. Αναγκάστηκα και τους έφερα». Ο μπαμπάς μου πήγε στη μάντρα με συνοδεία 3 ιταλούς για να κάνει το νερό του και μετά γύρισε, ντύθηκε και αφού ντύθηκε σαν κύριος, ανοίγει την πόρτα και τους λέει: «Είμαι έτοιμος». Τον πήρανε και φύγανε. Τον ανακρίνανε και μετά τον αφήσανε ελεύθερο και γύρισε σπίτι. Δεν του πήρανε λέξη. Μετά όμως τον επαίρνανε κάθε μέρα για ανάκριση. Εμένα με έπαιρνε μαζί με το μουλάρι να τονε πηγαίνω στη Χώρα και να περιμένω να δω, αν θα τον αφήσουν να φύγει. Ο πατέρας ήταν εκεί στον τοίχο στημένος, με τα χέρια κάτω, ένα ξίφος στο ένα αυτί, ένα ξίφος στο άλλο αυτί και του ρίχνανε με το κοντάκι στο πρόσωπο. Εδώ (δείχνει) τα δόντια του, του τάχανε σπασμένα. Στα πλευρά τον χτυπούσανε κάθε φορά που πήγαινε σε ανάκριση. Του έχυναν και καυτό λάδι στα χέρια. Άμα τέλειωσαν την ανάκριση έπειτα από λίγες μέρες τον φυλακίσανε σε ένα δωμάτιο στην Πάνδροσο μαζί με άλλους. Τους είχανε κλειστούς μέσα. Εκεί κάνανε την ανάγκη τους, εκεί κοιμόντανε, εκεί τρώγανε. Του πήγαινα κάθε μέρα φαΐ. Αυτά δεν τα ξεχνάω. Όταν έρχομαι εδώ στο σπίτι (στο πατρικό), όλα τα βλέπω, σαν να έγιναν τώρα. Γιατί τα έζησα. Μπορεί να μην θυμάμαι το φαΐ που έφαγα χθες, αλλά αυτά που έζησα με τον πατέρα μου και τους ιταλούς δεν θα τα ξεχάσω μέχρι να κλείσω τα μάτια μου.

(συνεχίζεται)

Τρίτη 19 Ιουλίου 2022

Σταύρος Ι. Αλιπράντης (Φανιός): Λίγα λόγια για τον λησμονημένο αγωνιστή της Εθνικής Αντίστασης

 


Ο Σταύρος Ι. Αλιπράντης σε προχωρημένη ηλικία με τη γυναίκα του Κατίνα

Είχα την τύχη να βρεθώ πρόσφατα μπροστά σε έγγραφα και τιμητικές διακρίσεις που έγιναν στον Σταύρο Ι. Αλιπράντη τον επονομαζόμενο Φανιό.

Χρονολογούνται από το 1923, όταν υπηρετούσε κατά την διάρκεια του πρώτου παγκοσμίου πολέμου στο πολεμικό πλοίο ΥΔΡΑ και στη συνέχεια στον θρυλικό ΑΒΕΡΩΦ, ως θερμαστής και που, όπως μου διηγήθηκαν, σε μια θύελλα που το πλήρωμα δυσκολεύτηκε πολύ, δύο στάθηκαν όρθιοι, ο κυβερνήτης του πλοίου και ο Σταύρος Αλιπράντης τον οποίο ο κυβερνήτης πρόβαλε ως παράδειγμα σε όλο το πλήρωμα.

Ο Σταύρος Ι. Αλιπράντης ήταν οικογενειάρχης, πολύτεκνος με 6 παιδιά  και ασκούσε το επάγγελμα του οικοδόμου αλλά και του αγρότη.

Έμενε κοντά στο μοναστήρι του Αγίου Αρσενίου, το οποίο και εξυπηρετούσε, οσάκις του το ζητούσαν οι μοναχές. Επί προσθέτως αναφέρω, ότι η κατασκευή του παλαιού ναού του Αγίου Αρσενίου, εντός του οποίου βρίσκεται ο τάφος του Αγίου, είναι έργο δικό του.

Την περίοδο της κατοχής, όταν άρχισε να λειτουργεί η βάση της Αντιπάρου, συνεργάστηκε στενά  με τον γνωστό Χάρη Γραμματικάκη και έκρυβε βρετανούς στρατιώτες, όπως προκύπτει από τιμητικό έγγραφο που υπογράφει ο  βρετανός στρατάρχης Αλεξάντερ, ανώτατος συμμαχικός διοικητής του μεσογειακού θεάτρου επιχειρήσεων.

Όταν προδόθηκε η βάση ο Γραμματικάκης βρήκε καταφύγιο και στο σπίτι του Σταύρου Αλιπράντη αλλά και σε μια σπηλιά της περιοχής για κάποιο διάστημα.

Όταν άρχισαν οι συλλήψεις και οι ανακρίσεις από τους Ιταλούς, κάποιος δεν άντεξε και μίλησε, με αποτέλεσμα, τον Οκτώβριο του 1942, ο Σταύρος Αλιπράντης και η γυναίκα του Κατίνα (λεχώνα τότε) να βρεθούν και αυτοί κρατούμενοι στο ξενοδοχείο «Πάνδροσος» και στην Αστυνομία κατηγορούμενοι για κατασκοπεία.

Ο Σταύρος Αλιπράντης, παρά τα βασανιστήρια που υπέστη, του έσπασαν τα δόντια και τα πλευρά, δεν μίλησε. Μεταφέρθηκε στα Λαζαρέτα, στη Σύρο και εν συνεχεία στις φυλακές Καλλιθέας και Αβέρωφ. Καταδικάστηκε σε πολυετή φυλάκιση από ιταλικό στρατοδικείο τον Ιούλιο του 1943 μαζί με άλλους παριανούς πατριώτες, αλλά μετά τη συνθηκολόγηση των Ιταλών αφέθηκε ελεύθερος, μέσα στη σύγχυση που δημιουργήθηκε τότε, όπου οι γερμανοί κυνηγούσαν τους πρώην συμμάχους τους.

Ευτυχώς για εκείνον, δεν είχε την ατυχία άλλων  συμπατριωτών μας που μεταφέρθηκαν στα κολαστήρια της Γερμανίας, από τα οποία δύο δικοί μας άνθρωποι δεν επέστρεψαν, ο Παναγιώτης Κουτσουράκης και ο Πολυχρόνης Μουρλάς.

Όμως η επώδυνη περιπέτεια του Σταύρου Αλιπράντη και της γυναίκας του είχε και μια άλλη επίσης επώδυνη πλευρά. Τα παιδιά της οικογένειας σε συνθήκες πείνας για να συντηρηθούν άρχισαν να ζητιανεύουν για να κρατηθούν στη ζωή. Η Κυριακή, ο Γιάννης, η Αναστασία και ένα αβάπτιστο, που το βάφτισε μετά την απελευθέρωση ο Γραμματικάκης, ζούσαν με πίτουρα που τα ζύμωναν και τα έψηναν, με κουντουρίδια και κάποιες φορές με λιγοστό ψωμί από μια γειτόνισσα. Και το μαρτύριο αυτό κράτησε για 9 ολόκληρους μήνες, όσους ήταν κρατούμενη η  μάνα τους. Η μικρή Κυριακή, δεκάχρονη τότε, είχε αναλάβει την φροντίδα του αβάφτιστου μωρού και το πήγαινε καθημερινά στη μάνα της για να το θηλάζει, όπως μου είπε σε πρόσφατη συνάντηση που είχα μαζί της.

Αυτά τα λίγα για το Σταύρο Αλιπράντη , (τον Φανιό) και την οικογένειά του, που ελάχιστα γνωρίζουν οι νεότερες γενιές, με την παράκληση προς το Δήμο μας σε ένα δρόμο της Παροικιάς να γραφτεί και το όνομα του γενναίου αυτού πατριώτη.

Ο Σταύρος Αλιπράντης έφυγε από τη ζωή το 1978 σε ηλικία 79 ετών.

Τα πειστήρια


Ναύτης το 1919 στο πολεμικό πλοίο ΥΔΡΑ


Δίπλωμα Απονομής Νίκης στο Σταύρο Αλιπράντη.



Ο  βρετανός αρχιστράτηγος Αλεξάντερ, ανώτατος Διοικητής του Συμμαχικού Μετώπου της Μεσογείου ευγνωμονεί το Σταύρο Αλιπράντη για την βοήθεια που πρόσφερε στους βρετανούς.


Η επίσημη μετάφραση από το Υπουργείο Εξωτερικών


Αναμνηστικό μετάλλιο από την Ελληνική Δημοκρατία



Παραπομπή σε δίκη στο ιταλικό στρατοδικείο 



Τα παιδιά του Σταύρου και της Κατίνας Αλιπράντη. 

Η μεγάλη κόρη τους Φωτεινή στην κατοχή βρίσκονταν στην Αθήνα.



Ο Σταύρος Αλιπράντης σε οικοδομή της Παροικιάς