Wikipedia

Αποτελέσματα αναζήτησης

Πέμπτη 3 Φεβρουαρίου 2011

Αξίζει να διαβαστεί

Κοινωνικές Αναταραχές και Συγκοινωνούντα Δοχεία

Βασίλειου Μαρκεζίνη,
Ακαδημαϊκού

Πριν από πολλά χρόνια, η πτώση του καθεστώτος Σαλαζάρ στην Πορτογαλία είχε τεράστιο ψυχολογικό αντίκτυπο στην Ελλάδα της δεύτερης σειράς συνταγματαρχών, οι οποίοι είχαν βάλει τη δημοκρατία στην κατάψυξη. Οι πορτογαλικές εξελίξεις αποτέλεσαν και για τους ίδιους πολύ κακό οιωνό, η ελληνική εκπλήρωση του οποίου επισπεύσθηκε από τις προδοτικές ενέργειές τους στην Κύπρο.
Τριάντα έξι σχεδόν χρόνια αργότερα, η Βόρεια Αφρική και η Μέση Ανατολή συγκλονίζονται από καταιγιστικά γεγονότα, τα οποία επιδιώκουν να ανατρέψουν συγκεκριμένα καθεστώτα. Καθένα από τα δοκιμαζόμενα κράτη διαφέρει από τα άλλα ως προς την εθνοτική του σύνθεση, την ιστορία του, την οικονομία του, αλλά και τη φύση των καταπιεστικών ηγετών του, οι περισσότεροι από τους οποίους, όμως, είχαν τη στήριξη των «ισχυρών» επί όσο καιρό τούς ήταν χρήσιμοι.
Οφείλει κανείς να είναι παρά πολύ προσεκτικός όταν μιλά για πιθανή εξάπλωση αυτής της «μεταδοτικής ασθένειας». Δεδομένου όμως ότι δεν μπορούμε να την αποκλείσουμε, οφείλουμε να τη λάβουμε δεόντως υπόψη μας. Έτσι, είναι σήμερα υψίστης σημασίας η λήψη μέτρων προκειμένου να αποφευχθούν μείζονες καταρρεύσεις στη χώρα μας, οι οποίες θα είχαν απρόβλεπτες συνέπειες για την ελληνική κοινωνία.
Αν και η Αλγερία και η Συρία είναι οι χώρες που είναι περισσότερο εκτεθειμένες σε αυτόν τον κίνδυνο, θα μπορούσαμε άραγε να μιλήσουμε για μετάδοση είτε των γεγονότων είτε των συνεπειών τους και στην Ελλάδα; Αν και οι περισσότεροι Έλληνες θα θεωρούσαν αυτό το σενάριο μάλλον παρατραβηγμένο, προσωπικά δεν μπορώ να είμαι απολύτως βέβαιος. Και το λέω αυτό, έστω και αν στην Ελλάδα η διαφθορά δεν είναι τόσο εκτεταμένη όσο σε μερικές από τις εν λόγω χώρες. Επίσης, αν και το επίπεδο της φτώχειας στην Ελλάδα δεν μπορεί να συγκριθεί με τα εκατομμύρια των εγκαταλελειμμένων ανθρώπων που ζουν στα προάστια του Καΐρου.
Η χώρα μας παρουσιάζει και κάποιες ομοιότητες που θα μπορούσαν να οδηγήσουν στα ίδια ή ανάλογα αποτελέσματα. Ιδού μερικές.
α) Πρώτο είναι το γεγονός ότι έχουμε αυξανόμενη ανεργία, ιδίως δε ανεργία των νέων, η οποία, κατά την άποψή μου, επιτείνεται από ένα εκπαιδευτικό σύστημα το οποίο –υπό τη σημερινή του μορφή– αδυνατεί να εγγυηθεί την ανταγωνιστικότητα των περισσότερων Ελλήνων αποφοίτων τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό. Πράγματι, το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα, εδώ και δεκαετίες, τείνει να προκρίνει τους «αριθμούς» έναντι της «ποιότητας», με αποτέλεσμα πολλοί απόφοιτοι να αδυνατούν να βρουν δουλειά ή, όταν τα καταφέρνουν, να μην ξεπερνούν το επίπεδο της απλής επιβίωσης. Εξίσου ατυχές είναι το γεγονός ότι σπανίως βρίσκουν δουλειά που να σχετίζεται με το πεδίο των σπουδών τους.
β) Όπως προείπα, η φτώχεια, και σε αυτό ακόμη το πλαίσιο της οικονομικής στενωπού που διέρχεται σήμερα η χώρα μας, πόρρω απέχει από τη φτώχεια στις δοκιμαζόμενες αραβικές χώρες. Η ελληνική φτώχεια, εντούτοις, μεγαλώνει και θα συνεχίσει να επιδεινώνεται κάθε μέρα και περισσότερο. Εξάλλου, η δυσχερέστατη οικονομική θέση τού διαρκώς αυξανόμενου αριθμού μεταναστών –για τους οποίους το κράτος μας δεν έχει ακόμη μπορέσει να διαμορφώσει ένα καθεστώς το οποίο θα συνδυάζει την ανθρωπιά με μέτρα που θα αποθαρρύνουν νέους μετανάστες (ο αριθμός των οποίων μπορεί να αυξηθεί λόγω των νέων αποσταθεροποιήσεων) να εισέρχονται στην Ελλάδα. Οι γείτονές μας, που «παριστάνουν τους φίλους», καμία βοήθεια δεν προσφέρουν, ενώ οι «πραγματικοί φίλοι μας» δεν έχουν ακόμη θελήσει να ασχοληθούν με τα προβλήματά μας καθ’ οιονδήποτε ουσιαστικό τρόπο.
γ) Όχι απλώς δεν με ευχαριστεί αλλά με φοβίζει ιδιαίτερα το γεγονός ότι η υποβόσκουσα δυσαρέσκεια της ελληνικής κοινωνίας δείχνει να έχει τεθεί υπό έλεγχο μέχρι τώρα, κυρίως μέσω του έντεχνα διαιωνιζόμενου φόβου ότι οιασδήποτε μορφής «αντίδραση» προς τα κυβερνητικά μέτρα άλλο δεν θα καταφέρει παρά να επιδεινώσει την κρίση. Ο αραβικός κόσμος μάς δείχνει τι ακριβώς συμβαίνει όταν η απογοήτευση καταπιέζεται επί μακρόν και η οργή μένει να σιγοβράζει.     
δ) Οι Έλληνες νιώθουν βαθιά δυσαρέσκεια για όλα τα πολιτικά κόμματα, η οποία ενισχύεται από τη σκανδαλώδη συμπεριφορά μερικών πολιτικών και επιδεινώνεται από έναν ακόμη μεγαλύτερο αριθμό βουλευτών που αποδεικνύουν ότι, στη χώρα μας, ο μόνος τρόπος δίωξης πολιτικών που κατηγορούνται για απάτες είναι το ανενδοίαστο «ανέβασμα» μιας φαρσοκωμωδίας, έστω και αν αυτή εκτυλίσσεται μέσα στο αξιοσέβαστο περιβάλλον του Κοινοβουλίου.
                ε) Μερικοί δημοσιογράφοι παίζουν τον δικό τους ρόλο σε αυτό το παιχνίδι, είτε τροφοδοτώντας τις υποψίες περί διαφθοράς είτε ενθαρρύνοντας τον κυνισμό, όταν αποδεικνύεται ότι οι κανόνες δεν λειτουργούν. Κάτι ακόμη χειρότερο είναι ότι επιτίθενται δριμύτατα σε οποιονδήποτε τολμά να προβλέψει μια κοινωνικοοικονομική κατάρρευση ή, πράγμα εξίσου κακό, να διατυπώσει ανησυχίες για πιθανές εθνικές παραχωρήσεις με αιτιολογικό ή πρόσχημα την ευρύτερη κρίση.
στ) Μία ακόμη ένδειξη ότι η «μεταδοτική ασθένεια» ενδέχεται να εξαπλωθεί μπορεί να εντοπιστεί στις επανειλημμένες δημοσκοπήσεις που δείχνουν ότι σχεδόν το 45% του ελληνικού πληθυσμού δεν εμπιστεύεται ΚΑΝΕΝΑΝ πολιτικό. Εφόσον αυτό αληθεύει, η πραγματική ή φαινομενική έλλειψη μιας ηγεσίας που θα εκφράσει έναν εναλλακτικό τρόπο σκέψης και δράσης αποτελεί ένα ακόμη στοιχείο που πρέπει να προσέξουμε. Στην Αίγυπτο και στην Τυνησία –και επίσης, σύμφωνα με όλες τις πληροφορίες, στην Υεμένη– το γεγονός ότι δεν είχε τεθεί επικεφαλής της εξέγερσης κάποιος ηγέτης καθόλου δεν εμπόδισε τις μάζες να ξεχυθούν στους δρόμους. Ωστόσο, η κατάσταση αυτή συνοδεύεται από τον επιπρόσθετο κίνδυνο της αβεβαιότητας ως προς το επόμενο βήμα.
ζ) Τέλος, η εξάπλωση της κρίσης θέτει σε κίνδυνο το Ισραήλ. Αυτό θα έχει ευρύτερες συνέπειες στην περιοχή μας. Από την άλλη πλευρά, καθιστά εμάς ακόμη πιο χρήσιμους στους Ισραηλινούς, πράγμα που ελπίζω να εκμεταλλευθούμε όταν διαπραγματευθούμε μαζί τους το ενδεχόμενο κοινού αγωγού αερίου.
Πριν από δύο χρόνια, προέβλεψα τον αργό θάνατο του κόσμου της Μεταπολίτευσης. Ποια θα είναι όμως η διάδοχη κατάσταση; Και με ποιον τρόπο θα μπορούσαμε να συμβάλουμε σε αυτή την ασαφή εξέλιξη;
Όλο και πιο έντονα πιστεύω ότι η προκήρυξη νέων εκλογών –ιδέα προς την οποία αντιτίθενται σήμερα οι περισσότεροι, για διαφορετικούς και, συχνά, προσωπικούς λόγους– μπορεί να είναι μια πιθανή απάντηση. Μια Βουλή με ανανεωμένη λαϊκή εντολή θα μπορούσε να μας απαλλάξει –μέσω της φυσικής φθοράς– από μερικούς από τους πολιτικούς που συνέβαλαν στη σημερινή παρακμή μας. Σε αυτό θα μπορούσε να συμβάλει η συνειδητοποίηση εκ μέρους των κομμάτων ότι το εκλογικό σώμα επιθυμεί νέους υποψηφίους –επιλεγμένους ορθολογικά με κριτήριο την αξία τους και όχι τους οικογενειακούς δεσμούς τους– οι οποίοι θα εγκαινιάσουν έναν νέο τρόπο σκέψης στη χώρα.
Εάν κανένα κόμμα δεν εξασφαλίσει αυτοδυναμία, τότε, ας εφαρμοστεί η θέληση του λαού και, υπό τη σοφή καθοδήγηση του Προέδρου της Δημοκρατίας, ας σχηματιστεί ένας ευρύτερος συνασπισμός ανάμεσα στα κυριότερα κόμματα, ο οποίος οφείλει ακολούθως (α) να υλοποιήσει ένα βασικό πρόγραμμα κοινωνικής ισοστάθμισης∙ (β) να εφαρμόσει οικονομικές μεταρρυθμίσεις προσανατολισμένες στην ανάπτυξη και στη φιλελευθεροποίηση των αγορών∙ και (γ) να έχει το θάρρος να «παγώσει» τις «αμφιλεγόμενες» πρωτοβουλίες μας στον τομέα της εξωτερικής πολιτικής μέχρις ότου η χώρα είναι αρκετά υγιής ώστε να τις επανεξετάσει με πιο καθαρό μυαλό.
Ακόμη και για επιστήμες τόσο αυστηρές όσο η ιατρική, δεν είναι πάντα σαφές το πώς εξαπλώνονται οι ασθένειες. Τούτο ισχύει ακόμη περισσότερο στο πεδίο των κοινωνικών επιστημών. Πρέπει όμως να λάβουμε σοβαρά υπόψη το ενδεχόμενο της μετάδοσης τόσο της «ασθένειας» όσο και των «συμπτωμάτων» της, διότι, παρά τις διαρκώς επαναλαμβανόμενες διαβεβαιώσεις από (φιλο)κυβερνητικά χείλη, η υγεία της κοινωνίας μας, της οικονομίας μας και, ενδεχομένως, της ικανότητάς μας να υπερασπιστούμε τα εθνικά μας συμφέροντα ενδέχεται να μην είναι τόσο σφριγηλή όσο θέλουμε να πιστεύουμε.
Για να συνεχίσω με την ίδια μεταφορά: εάν η προαναφερθείσα διάγνωση δεν αποδεικνύει την άποψη περί ασθενούς σώματος, στον ίδιο βαθμό δεν στηρίζει και την πεποίθηση περί ενός υγιούς σώματος που μπορεί να αντισταθεί στις έξωθεν μολύνσεις. Ο κίνδυνος αυτός γίνεται ακόμη μεγαλύτερος εάν σκεφτούμε ότι στο αίμα μας ήδη κυκλοφορούν «κύτταρα» και «μικροοργανισμοί» που μπορούν να πολλαπλασιαστούν και ακόμη και να μας σκοτώσουν εάν διαμορφωθούν οι κατάλληλες συνθήκες.
Γνωρίζω καλά ότι οι προτάσεις μπορεί να αντιμετωπιστούν με ειρωνικά σχόλια από την πλευρά εκείνων που διαπρέπουν στην τέχνη της δυσφήμησης. Εντούτοις, τον φόβο που περιέγραψα δεν τον διακρίνουν μόνον όσοι, όπως εγώ, παρατηρούν τις εξελίξεις με τη μεγαλύτερη διαύγεια που εξασφαλίζει η απόσταση. Την επισφαλή υγεία της χώρας μας την επισημαίνουν και εγχώριες εφημερίδες, όπως το Βήμα της 30ης Ιανουαρίου 2011, όπου διατυπώνεται η σκέψη ότι «η Ελλάδα κρέμεται στην κυριολεξία από μια κλωστή, βαδίζει σε αχαρτογράφητο ναρκοπέδιο, όπου κανείς δεν ξέρει από πού μπορεί να έλθει η ζημιά».
Όσοι όμως εκ προθέσεως διαφωνούν θα διέπρατταν μεγάλο σφάλμα εάν παρέβλεπαν το γεγονός ότι η μεταδοτική ασθένεια που εξαπλώνεται παντού γύρω μας πλησιάζει όλο και περισσότερο στις ακτές μας και, αν δεν φροντίσουμε να αντιδράσουμε σύντομα, οι εξ ανατολών γείτονές μας, με τις υπερευαίσθητες κεραίες τους, θα ανιχνεύσουν μια ευκαιρία για να στρέψουν τις πρόσφατες μεσογειακές κρίσεις προς όφελός τους!
Δημοσιεύτηκε στην 'Ελευθεροτυπία"

Δεν υπάρχουν σχόλια: