ΤΟΥ ΜΑΝΟΛΗ Γ. ΔΡΕΤΤΑΚΗ*
Πολλαπλά ήταν τα μηνύματα που έστειλαν στο εσωτερικό και στο εξωτερικό οι εκλογές της 6.5.12 (Β.12). Το βασικότερο από αυτά είναι η συρρίκνωση της συνολικής δύναμης ΠΑΣΟΚ + ΝΔ από το 77,40% στις εκλογές του 2009 (Β.09), στο 32,09% στις Β.12. Δεδομένου ότι το ποσοστό αυτό αντιπροσωπεύει λιγότερο από το 1/3 του εκλογικού σώματος, το αποτέλεσμα των Β.12, εκτός από την κατάρρευση του δικομματισμού, δείχνει και αποδείχνει ότι τα δύο κόμματα εξουσίας δεν είχαν καμία νομιμοποίηση τόσο για το Μνημόνιο ΙΙ που υπέγραψαν και τις δανειακές συμβάσεις που ψήφισαν ως μέλη μιας κυβέρνησης υπό έναν πρωθυπουργό που τα ίδια επέλεξαν (με τη συνδρομή του ΛΑΟΣ), όσο και, πολύ περισσότερο, για το Μνημόνιο Ι που υπέγραψε και εφάρμοσε η μονοκομματική κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ με τα καταστροφικά αποτελέσματα για τη χώρα και τις σκληρές δοκιμασίες που έχει επισωρεύσει στην πλειονότητα του λαού.
Το κύριο αυτό μήνυμα των Β.12 δεν θέλουν να το πιστέψουν τα δύο κόμματα που είναι υπεύθυνα για την επί 38 χρόνια διαχείριση της εξουσίας, που υπερχρέωσε την Ελλάδα με αποτέλεσμα να την έχει ουσιαστικά χρεοκοπήσει. Απόδειξη ο τρόπος με τον οποίο λειτούργησαν στην προεκλογική περίοδο, στην οποία συμπεριφέρονταν ως κυβερνητικά. Και σαν να μην έφτανε αυτό, τα κόμματα αυτά κάνουν τώρα λόγο για επαναδιαπραγμάτευση των όρων που οι ίδιοι συμφώνησαν με την τρόικα. Κάνουν, μάλιστα, και ορισμένες προτάσεις, τις οποίες όμως, δεν μπόρεσαν να ενσωματώσουν στο Μνημόνιο ΙΙ, όταν έκαναν τις -κατά τους ισχυρισμούς τους- «σκληρές» διαπραγματεύσεις γι' αυτό το υποδουλωτικό για τη χώρα κείμενο. Και όλα αυτά τη στιγμή που υπάρχει συγχορδία απειλών των επικυρίαρχων δανειστών της χώρας μας στην περίπτωση που δεν θα εφαρμοστούν πιστά όλα όσα αυτοί υπέγραψαν.
Ενώ, όμως, οι αρχηγοί του ΠΑΣΟΚ και της Ν.Δ. κωφεύουν στο παραπάνω βασικό μήνυμα των εκλογών, οι «εταίροι» μας στην Ευρωζώνη και στην Ε.Ε. φαίνεται ότι έχουν αντιληφθεί ότι τόσο το μήνυμα αυτό όσο και η εκλογή του Ολάντ στην προεδρία της Γαλλίας, δεν επιτρέπει πλέον την άτεγκτη εφαρμογή μιας πολιτικής που δεν προκαλεί μόνο την επιδείνωση της ύφεσης στην Ελλάδα, αλλά και στην Ευρωζώνη συνολικά και κάνουν κάποιες δειλές δηλώσεις για «ανάπτυξη».
Ούτε, όμως, οι ηγέτες της Ευρωζώνης θέλουν να παραδεχτούν ότι η κρίση του δημόσιου χρέους συνολικά της Ευρωζώνης και πολύ περισσότερο των υπερχρεωμένων κρατών (Ελλάδας, Πορτογαλίας, Ιρλανδίας, Ιταλίας) δεν μπορεί να λυθεί με απλές συζητήσεις για «ανάπτυξη». Η λύση απαιτεί ριζική αλλαγή της δομής της Ευρωζώνης δηλαδή: (α) έναν ουσιαστικό, κοινό και αναδιανεμητικό προϋπολογισμό ύψους τουλάχιστον στο 25% του συνολικού ΑΕΠ της και (β) δανεισμό των κρατών-μελών της απευθείας από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα με χαμηλό επιτόκιο.
Ειδικότερα το ύψος του δημόσιου χρέους της χώρας μας, η οποία βρίσκεται στη χειρότερη θέση από όλα τα κράτη που προαναφέρθηκαν, δεν είναι διαχειρίσιμο, ακόμα και μετά το πολυδιαφημιζόμενο «κούρεμα», αν συνεχιστεί η εφαρμογή της πολιτικής των Μνημονίων. Απόδειξη τα όσα προβλέπει η εαρινή έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την εξέλιξη του δημόσιου χρέους της Ελλάδας που δόθηκε στη δημοσιότητα στα μέσα Μαΐου. Σύμφωνα με την έκθεση αυτή, το δημόσιο χρέος της χώρας μας:
Το 2010 ήταν 329,8 δισ. ευρώ ή 145,0% του ΑΕΠ και το 2011 ανέβηκε στα 349,8 δισ. ευρώ ή 165,3% του ΑΕΠ. Το 2012, μετά το «κούρεμα», θα ανέλθει στα 323,8 δισ. ευρώ ή στο 160,6% (!) του ΑΕΠ. Θα είναι, δηλαδή, μειωμένο σε σχέση με το 2011 μόνο κατά 26 δισ. ευρώ -και όχι κατά 100 δισ. ευρώ, τα οποία διατυμπανίζει ο νέος αρχηγός του ΠΑΣΟΚ- και μειωμένο μόνο 4,7% του ΑΕΠ, και το χειρότερο
Το 2013, με την εφαρμογή του Μνημονίου ΙΙ, θα αυξηθεί στα 338,8 δισ. ή στο 168,0% (!!) του ΑΕΠ. Αυτό σημαίνει ότι το 2013, μετά από 4 χρόνια εφαρμογής της σκληρής λιτότητας των Μνημονίων και μετά το «κούρεμα», το δημόσιο χρέος θα είναι σχεδόν κατά 40 δισ. ευρώ υψηλότερο απ' ό,τι ήταν το 2009 και σχεδόν κατά 30% του ΑΕΠ πάνω από το επίπεδο στο οποίο βρισκόταν το έτος εκείνο.
Ο βασικός λόγος της δυσμενούς αυτής εξέλιξης είναι η επιδείνωση της ύφεσης που προκαλεί η εφαρμογή της πολιτικής των Μνημονίων, η οποία αναμένεται να συρρικνώσει το ΑΕΠ της χώρας σε τρέχουσες τιμές από 231,6 δισ. ευρώ το 2009 στα 201,6 δισ. ευρώ το 2013. Δηλαδή θα το έχει φέρει σε επίπεδα κατώτερα του 2006!. Αυτό σε τρέχουσες τιμές. Σε σταθερές τιμές θα το έχει πάει ακόμα πιο πίσω. Και, φυσικά, θα έχει καταστρέψει όλη τη σύγκλιση του κατά κεφαλήν ΑΕΠ σε Μονάδες Αγοραστικής Δύναμης προς τον μέσο όρο της Ε.Ε. που είχε επιτύχει η Ελλάδα στο διάστημα που είναι μέλος της Ευρωζώνης.
Είναι, κατά συνέπεια, σαφές ότι η πολιτική των Μνημονίων δεν διορθώνεται με «μερεμέτια» του τύπου παράτασης του χρόνου δημοσιονομικής προσαρμογής, αόριστων υποσχέσεων για μέτρα προώθησης της ανάπτυξης κ.λπ. Απαιτείται μια ριζική αλλαγή της πολιτικής αυτής προκειμένου η Ελλάδα από τη μια μεριά να παραμείνει πλήρες μέλος της Ευρωζώνης, όπως επιθυμεί τόσο η συντριπτική πλειοψηφία του ελληνικού λαού όσο και τα περισσότερα κόμματα που μπήκαν στη Βουλή (εξαίρεση αποτελεί μόνο το ΚΚΕ), και από την άλλη να μπορέσει η Ελλάδα να βγει από τον φαύλο κύκλο ύφεσης-αύξησης του δημόσιου χρέους και να ορθοποδήσει θεραπεύοντας σταδιακά τις μεγάλες πληγές που έχει ανοίξει στο κοινωνικό σώμα η πολιτική των Μνημονίων.
Αυτά είναι τα δύο αιτήματα που διατύπωσε σαφέστατα το εκλογικό σώμα στις Β.12, απορρίπτοντας με ποσοστό πάνω από 60% την πολιτική των Μνημονίων. Αν το επαναλάβει και στις εκλογές της 17.5.12, τότε τα κόμματα που θα μπουν στη Βουλή και έχουν ταχθεί υπέρ της παραμονής της χώρας στο ευρώ, αλλά με ριζική αλλαγή της πολιτικής που εφαρμόστηκε μέχρι σήμερα, πρέπει να αφήσουν κατά μέρος τις επιμέρους διαφορές και τις αλληλοκατηγορίες τους και να σχηματίσουν κυβέρνηση με βάση ένα από κοινού συμφωνημένο πρόγραμμα στο οποίο θα πρέπει να περιλαμβάνονται συγκεκριμένες προτάσεις προς τους δανειστές μας προκειμένου να επιτευχθούν αυτοί οι δύο στόχοι.
Φυσικά υπάρχει το πρόβλημα αν και κατά πόσο οι συγκεκριμένες αυτές προτάσεις θα γίνουν αποδεκτές από τους δανειστές μας. Η απάντηση στο ερώτημα αυτό θα εξαρτηθεί πρώτα και κύρια από το ποσοστό του λαού που θα ψηφίσει τα κόμματα που θα στηρίξουν την κυβέρνηση αυτή καθώς και από το αν τα κόμματα που υπέγραψαν και ψήφισαν τα Μνημόνια αλλά θα βρίσκονται στην αντιπολίτευση, θα συμπαρασταθούν στις προτάσεις αυτές. Αν αυτά συμβούν, υπάρχει μεγάλη πιθανότητα οι εταίροι μας να αλλάξουν στάση και να συμφωνήσουν να διαπραγματευθούν με τη νέα κυβέρνηση για την κατάρτιση και εφαρμογή ενός προγράμματος που θα πετυχαίνει τους δύο στόχους που προαναφέρθηκαν, δηλαδή από τη μια μεριά την παραμονή της χώρας στο ευρώ και από την άλλη την έξοδό της από το τούνελ και τη δίνη ύφεσης-αύξησης του δημόσιου χρέους.
Η νέα κυβέρνηση θα είναι, φυσικά, κυβέρνηση συνεργασίας κομμάτων. Οι κυβερνήσεις συνεργασίας θα πρέπει, έστω και με καθυστέρηση 30 χρόνων, να αποτελέσουν απ' εδώ κι εμπρός τον μόνο τρόπο διακυβέρνησης της χώρας, όπως συμβαίνει στα περισσότερα κράτη της Ε.Ε. (ακόμα και στη Βρετανία). Προκειμένου να διασφαλιστεί αυτό θα πρέπει άμεσα η νέα κυβέρνηση να φέρει νόμο για την καθιέρωση της μίας και μοναδικής απλής αναλογικής ως πάγιου συστήματος διεξαγωγής των βουλευτικών, των δημοτικών και των νομαρχιακών εκλογών, καθώς και των Ευρωεκλογών, η οποία και θα πρέπει να ενσωματωθεί στην αναθεώρηση του Συντάγματος, που μπορεί να αρχίσει από το 2013.
*Ο Μανόλης Γ. Δρεττάκης είναι τέως αντιπρόεδρος της Βουλής, υπουργός και καθηγητής της ΑΣΟΕΕ
Η
νέα κυβέρνηση θα είναι, φυσικά, κυβέρνηση συνεργασίας κομμάτων. Οι κυβερνήσεις
συνεργασίας θα πρέπει, έστω και με καθυστέρηση 30 χρόνων, να αποτελέσουν απ' εδώ
κι εμπρός τον μόνο τρόπο διακυβέρνησης της χώρας, όπως συμβαίνει στα περισσότερα
κράτη της Ε.Ε.
Πολλαπλά ήταν τα μηνύματα που έστειλαν στο εσωτερικό και στο εξωτερικό οι εκλογές της 6.5.12 (Β.12). Το βασικότερο από αυτά είναι η συρρίκνωση της συνολικής δύναμης ΠΑΣΟΚ + ΝΔ από το 77,40% στις εκλογές του 2009 (Β.09), στο 32,09% στις Β.12. Δεδομένου ότι το ποσοστό αυτό αντιπροσωπεύει λιγότερο από το 1/3 του εκλογικού σώματος, το αποτέλεσμα των Β.12, εκτός από την κατάρρευση του δικομματισμού, δείχνει και αποδείχνει ότι τα δύο κόμματα εξουσίας δεν είχαν καμία νομιμοποίηση τόσο για το Μνημόνιο ΙΙ που υπέγραψαν και τις δανειακές συμβάσεις που ψήφισαν ως μέλη μιας κυβέρνησης υπό έναν πρωθυπουργό που τα ίδια επέλεξαν (με τη συνδρομή του ΛΑΟΣ), όσο και, πολύ περισσότερο, για το Μνημόνιο Ι που υπέγραψε και εφάρμοσε η μονοκομματική κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ με τα καταστροφικά αποτελέσματα για τη χώρα και τις σκληρές δοκιμασίες που έχει επισωρεύσει στην πλειονότητα του λαού.
Το κύριο αυτό μήνυμα των Β.12 δεν θέλουν να το πιστέψουν τα δύο κόμματα που είναι υπεύθυνα για την επί 38 χρόνια διαχείριση της εξουσίας, που υπερχρέωσε την Ελλάδα με αποτέλεσμα να την έχει ουσιαστικά χρεοκοπήσει. Απόδειξη ο τρόπος με τον οποίο λειτούργησαν στην προεκλογική περίοδο, στην οποία συμπεριφέρονταν ως κυβερνητικά. Και σαν να μην έφτανε αυτό, τα κόμματα αυτά κάνουν τώρα λόγο για επαναδιαπραγμάτευση των όρων που οι ίδιοι συμφώνησαν με την τρόικα. Κάνουν, μάλιστα, και ορισμένες προτάσεις, τις οποίες όμως, δεν μπόρεσαν να ενσωματώσουν στο Μνημόνιο ΙΙ, όταν έκαναν τις -κατά τους ισχυρισμούς τους- «σκληρές» διαπραγματεύσεις γι' αυτό το υποδουλωτικό για τη χώρα κείμενο. Και όλα αυτά τη στιγμή που υπάρχει συγχορδία απειλών των επικυρίαρχων δανειστών της χώρας μας στην περίπτωση που δεν θα εφαρμοστούν πιστά όλα όσα αυτοί υπέγραψαν.
Ενώ, όμως, οι αρχηγοί του ΠΑΣΟΚ και της Ν.Δ. κωφεύουν στο παραπάνω βασικό μήνυμα των εκλογών, οι «εταίροι» μας στην Ευρωζώνη και στην Ε.Ε. φαίνεται ότι έχουν αντιληφθεί ότι τόσο το μήνυμα αυτό όσο και η εκλογή του Ολάντ στην προεδρία της Γαλλίας, δεν επιτρέπει πλέον την άτεγκτη εφαρμογή μιας πολιτικής που δεν προκαλεί μόνο την επιδείνωση της ύφεσης στην Ελλάδα, αλλά και στην Ευρωζώνη συνολικά και κάνουν κάποιες δειλές δηλώσεις για «ανάπτυξη».
Ούτε, όμως, οι ηγέτες της Ευρωζώνης θέλουν να παραδεχτούν ότι η κρίση του δημόσιου χρέους συνολικά της Ευρωζώνης και πολύ περισσότερο των υπερχρεωμένων κρατών (Ελλάδας, Πορτογαλίας, Ιρλανδίας, Ιταλίας) δεν μπορεί να λυθεί με απλές συζητήσεις για «ανάπτυξη». Η λύση απαιτεί ριζική αλλαγή της δομής της Ευρωζώνης δηλαδή: (α) έναν ουσιαστικό, κοινό και αναδιανεμητικό προϋπολογισμό ύψους τουλάχιστον στο 25% του συνολικού ΑΕΠ της και (β) δανεισμό των κρατών-μελών της απευθείας από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα με χαμηλό επιτόκιο.
Ειδικότερα το ύψος του δημόσιου χρέους της χώρας μας, η οποία βρίσκεται στη χειρότερη θέση από όλα τα κράτη που προαναφέρθηκαν, δεν είναι διαχειρίσιμο, ακόμα και μετά το πολυδιαφημιζόμενο «κούρεμα», αν συνεχιστεί η εφαρμογή της πολιτικής των Μνημονίων. Απόδειξη τα όσα προβλέπει η εαρινή έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την εξέλιξη του δημόσιου χρέους της Ελλάδας που δόθηκε στη δημοσιότητα στα μέσα Μαΐου. Σύμφωνα με την έκθεση αυτή, το δημόσιο χρέος της χώρας μας:
Το 2010 ήταν 329,8 δισ. ευρώ ή 145,0% του ΑΕΠ και το 2011 ανέβηκε στα 349,8 δισ. ευρώ ή 165,3% του ΑΕΠ. Το 2012, μετά το «κούρεμα», θα ανέλθει στα 323,8 δισ. ευρώ ή στο 160,6% (!) του ΑΕΠ. Θα είναι, δηλαδή, μειωμένο σε σχέση με το 2011 μόνο κατά 26 δισ. ευρώ -και όχι κατά 100 δισ. ευρώ, τα οποία διατυμπανίζει ο νέος αρχηγός του ΠΑΣΟΚ- και μειωμένο μόνο 4,7% του ΑΕΠ, και το χειρότερο
Το 2013, με την εφαρμογή του Μνημονίου ΙΙ, θα αυξηθεί στα 338,8 δισ. ή στο 168,0% (!!) του ΑΕΠ. Αυτό σημαίνει ότι το 2013, μετά από 4 χρόνια εφαρμογής της σκληρής λιτότητας των Μνημονίων και μετά το «κούρεμα», το δημόσιο χρέος θα είναι σχεδόν κατά 40 δισ. ευρώ υψηλότερο απ' ό,τι ήταν το 2009 και σχεδόν κατά 30% του ΑΕΠ πάνω από το επίπεδο στο οποίο βρισκόταν το έτος εκείνο.
Ο βασικός λόγος της δυσμενούς αυτής εξέλιξης είναι η επιδείνωση της ύφεσης που προκαλεί η εφαρμογή της πολιτικής των Μνημονίων, η οποία αναμένεται να συρρικνώσει το ΑΕΠ της χώρας σε τρέχουσες τιμές από 231,6 δισ. ευρώ το 2009 στα 201,6 δισ. ευρώ το 2013. Δηλαδή θα το έχει φέρει σε επίπεδα κατώτερα του 2006!. Αυτό σε τρέχουσες τιμές. Σε σταθερές τιμές θα το έχει πάει ακόμα πιο πίσω. Και, φυσικά, θα έχει καταστρέψει όλη τη σύγκλιση του κατά κεφαλήν ΑΕΠ σε Μονάδες Αγοραστικής Δύναμης προς τον μέσο όρο της Ε.Ε. που είχε επιτύχει η Ελλάδα στο διάστημα που είναι μέλος της Ευρωζώνης.
Είναι, κατά συνέπεια, σαφές ότι η πολιτική των Μνημονίων δεν διορθώνεται με «μερεμέτια» του τύπου παράτασης του χρόνου δημοσιονομικής προσαρμογής, αόριστων υποσχέσεων για μέτρα προώθησης της ανάπτυξης κ.λπ. Απαιτείται μια ριζική αλλαγή της πολιτικής αυτής προκειμένου η Ελλάδα από τη μια μεριά να παραμείνει πλήρες μέλος της Ευρωζώνης, όπως επιθυμεί τόσο η συντριπτική πλειοψηφία του ελληνικού λαού όσο και τα περισσότερα κόμματα που μπήκαν στη Βουλή (εξαίρεση αποτελεί μόνο το ΚΚΕ), και από την άλλη να μπορέσει η Ελλάδα να βγει από τον φαύλο κύκλο ύφεσης-αύξησης του δημόσιου χρέους και να ορθοποδήσει θεραπεύοντας σταδιακά τις μεγάλες πληγές που έχει ανοίξει στο κοινωνικό σώμα η πολιτική των Μνημονίων.
Αυτά είναι τα δύο αιτήματα που διατύπωσε σαφέστατα το εκλογικό σώμα στις Β.12, απορρίπτοντας με ποσοστό πάνω από 60% την πολιτική των Μνημονίων. Αν το επαναλάβει και στις εκλογές της 17.5.12, τότε τα κόμματα που θα μπουν στη Βουλή και έχουν ταχθεί υπέρ της παραμονής της χώρας στο ευρώ, αλλά με ριζική αλλαγή της πολιτικής που εφαρμόστηκε μέχρι σήμερα, πρέπει να αφήσουν κατά μέρος τις επιμέρους διαφορές και τις αλληλοκατηγορίες τους και να σχηματίσουν κυβέρνηση με βάση ένα από κοινού συμφωνημένο πρόγραμμα στο οποίο θα πρέπει να περιλαμβάνονται συγκεκριμένες προτάσεις προς τους δανειστές μας προκειμένου να επιτευχθούν αυτοί οι δύο στόχοι.
Φυσικά υπάρχει το πρόβλημα αν και κατά πόσο οι συγκεκριμένες αυτές προτάσεις θα γίνουν αποδεκτές από τους δανειστές μας. Η απάντηση στο ερώτημα αυτό θα εξαρτηθεί πρώτα και κύρια από το ποσοστό του λαού που θα ψηφίσει τα κόμματα που θα στηρίξουν την κυβέρνηση αυτή καθώς και από το αν τα κόμματα που υπέγραψαν και ψήφισαν τα Μνημόνια αλλά θα βρίσκονται στην αντιπολίτευση, θα συμπαρασταθούν στις προτάσεις αυτές. Αν αυτά συμβούν, υπάρχει μεγάλη πιθανότητα οι εταίροι μας να αλλάξουν στάση και να συμφωνήσουν να διαπραγματευθούν με τη νέα κυβέρνηση για την κατάρτιση και εφαρμογή ενός προγράμματος που θα πετυχαίνει τους δύο στόχους που προαναφέρθηκαν, δηλαδή από τη μια μεριά την παραμονή της χώρας στο ευρώ και από την άλλη την έξοδό της από το τούνελ και τη δίνη ύφεσης-αύξησης του δημόσιου χρέους.
Η νέα κυβέρνηση θα είναι, φυσικά, κυβέρνηση συνεργασίας κομμάτων. Οι κυβερνήσεις συνεργασίας θα πρέπει, έστω και με καθυστέρηση 30 χρόνων, να αποτελέσουν απ' εδώ κι εμπρός τον μόνο τρόπο διακυβέρνησης της χώρας, όπως συμβαίνει στα περισσότερα κράτη της Ε.Ε. (ακόμα και στη Βρετανία). Προκειμένου να διασφαλιστεί αυτό θα πρέπει άμεσα η νέα κυβέρνηση να φέρει νόμο για την καθιέρωση της μίας και μοναδικής απλής αναλογικής ως πάγιου συστήματος διεξαγωγής των βουλευτικών, των δημοτικών και των νομαρχιακών εκλογών, καθώς και των Ευρωεκλογών, η οποία και θα πρέπει να ενσωματωθεί στην αναθεώρηση του Συντάγματος, που μπορεί να αρχίσει από το 2013.
*Ο Μανόλης Γ. Δρεττάκης είναι τέως αντιπρόεδρος της Βουλής, υπουργός και καθηγητής της ΑΣΟΕΕ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου