Wikipedia

Αποτελέσματα αναζήτησης

Τρίτη 18 Μαρτίου 2014

« Η ΠΑΡΕΞΗΓΗΣΗ » ( Το τόλμημα της Μοσχούλας)


Γράφει ο Αλέκος Κοντογιώργος

    Αιφνιδίασε ευχάριστα για άλλη μια φορά η Μοσχούλα Κοντοσταύλου με την τόλμη της να παρουσιάσει επί σκηνής το έργο του Αλμπέρ Καμύ  « Η ΠΑΡΕΞΗΓΗΣΗ ». Για τούτη τη συνειδητή τόλμη να καταπιάνεται με τα δύσκολα αλλά και για την παράσταση θα πούμε δυο λόγια στη συνέχεια. 
Ο μύθος απλός και γνωστός από παλιά με διάφορες παραλλαγές.  Οι δυο γυναίκες, μάνα και κόρη, δυστυχισμένες στο μικρό χωριό , ονειρεύονται την άλλη ζωή ή το θάνατο. Ο γιος, χρόνια μακριά στη ζωή του ήλιου, επιστρέφει πλούσιος. Δεν αναγνωρίζεται, το φροντίζει ο ίδιος , παίζοντας με τη μοίρα. Οι γυναίκες οδηγούνται στο αναπόφευκτο από το πεπρωμένο. Το δηλητήριο, η ληστεία, η αποκάλυψη της αλήθειας, η λύση του δράματος. Όλα κινούνται από την ιδέα ότι υπάρχει ένα σκοτεινό «δαιμονικό» στοιχείο που εισβάλλει και δεσπόζει στην ψυχή και την καθοδηγεί,  χωρίς να μπορούμε να δώσουμε εξηγήσεις και να αντισταθούμε. Είναι  σαν την ιδέα του παραλόγου που μελετά στις «Βάκχες» ο Ευριπίδης, και που εμείς οι άνθρωποι είμαστε αδύναμοι να αντιμετωπίσουμε.
  Ο Αμπέρ Καμύ δεν είναι φιλόλογος, είναι ένας μεγάλος στοχαστής. Κάθε φράση του είναι και μια φιλοσοφική σκέψη. Το πλησίασμα είναι δύσκολο και επικίνδυνο. Το εγχείρημα για μια σκηνική ερμηνεία του έργου του χρειάζεται τόλμη.

Εδώ επανέρχομαι στην αρχή του σημειώματος για την τόλμη της κ. Κοντοσταύλου, η  οποία ανέλαβε να διδάξει, να σκηνοθετήσει και να υποδυθεί τον κύριο ρόλο της Μάνας.
Πρέπει να μεταφερθούμε τώρα σε ένα μικρό νησί, να υπολογίσουμε το διαθέσιμο ανθρώπινο δυναμικό και τα μέσα και να αξιολογήσουμε το αποτέλεσμα που είδαμε.
Ένα τέτοιο αποτέλεσμα προϋποθέτει βαθειά γνώση,  ακαταπόνητη θέληση, διακριτό τάλαντο και τόλμη. Στην περίπτωσή μας στάθηκα μόνο στην τόλμη γιατί, αφ’ ενός  τα άλλα είναι γνωστά για τη Μοσχούλα, αφ’ ετέρου γιατί πρέπει να είσαι τολμηρός μέχρι τρέλας να αποτολμήσεις ένα τέτοιο εγχείρημα.
Η Μοσχούλα εργάστηκε με μια ομάδα ερασιτεχνών ηθοποιών και εμείς παρακολουθήσαμε ένα θεωρητικό αξίωμα να μεταμορφώνεται σε θέατρο. Όλα ήταν αποκαλυπτικά, τόσο που υπήρχαν στιγμές που ένοιωθες ότι δεν βρισκόσουν στη σκηνή ενός μικρού επαρχιακού ερασιτεχνικού θεάτρου.
Η μάνα (Κοντοσταύλου) με την απλή εσωτερικότητα είχε στο βλέμμα χαραγμένη τη μοίρα για το επερχόμενο κακό. Η αισθητική της διαύγεια συναντούσε ασφαλώς την αποφθεγματικότητα του στοχαστή. Η εκφορά του λόγου, η χροιά και ο τονισμός της κάθε λέξης, μαζί με τη νωχελική συρτή κίνηση ανθρώπου που ταξίδευε ήδη για την απέναντι όχθη, σε μετέφεραν στα εσωτερικά διλήμματα που ο συγγραφέας ήθελε να αναδείξει πίσω από τους απλούς διαλόγους.  
Πολύ καλοί και με συνέπεια οι άλλοι ρόλοι.
Η Μάρθα ( Έμμυ Δημητρακοπούλου) με το σκληρό, αδίστακτο, ανέκφραστο, νεκρικό σχεδόν πρόσωπο, κατάφερε να ενσαρκώσει σε όλες τις εναλλαγές του έργου την ιδέα της άρνησης στα …καθιερωμένα «ηθικά». Ένα σώμα χωρίς ψυχή. Τα πάντα για το όνειρο μιας ζωής,  πέρα εκεί στον ήλιο και στη θάλασσα… που τελικά απαρνήθηκε, προκρίνοντας το  άλλο τέλος,  εκείνο της λησμονιάς, της τελικής λύτρωσης. Τα μεγάλα ερωτήματα για τη ζωή και το θάνατο.
Οι δυο ανδρικοί ρόλοι, του γιου και του υπηρέτη,  τους οποίους υποδύθηκαν και τους δύο  εναλλάξ, οι  Χρήστος Θεοδωρακόπουλος και Βασίλης Ποταμιάνος , προσαρμοσμένοι στο προσχεδιασμένο από την αρχή μοιραίο πλαίσιο. Ο γιός κουβαλώντας τη μοίρα του , χωρίς να το αντιλαμβάνεται, και ο γερο-υπηρέτης σιωπηρός παντογνώστης αυτής της ασάλευτης ζωής, τα είπε όλα με την παρουσία του… Άνοιξε το στόμα του μόνο μια φορά και η μόνη λέξη που είπε ήταν άρνηση. Όχι.
Τέλος, η Μαρία, γυναίκα του Γιαν (Χρύσα Σιλιτζίρη), κινήθηκε άνετα στο ρόλο. Η επιλογή της, με τη  δροσεράδα και την αθωότητα στα ροδαλά φλεγόμενα μάγουλα,  σαν τα αγγελούδια στις παλιές χαλκομανίες στα λευκώματα των μαθητριών, ταίριασε θαυμάσια στην τελευταία σκηνή, όταν έστρεψε τα γήινα προς την αιώνια ελπίδα. Πήραν και οι θεατές μια ανάσα αισιοδοξίας …
 Πάντα όρθια και ακούραστη  για τη γενική φροντίδα της παράστασης η Κατερίνα Αρμπελιά.
Αναρωτιέμαι πόσος χρόνος χρειάστηκε και πόση θέληση για να μπουν στο πνεύμα τέτοιων δύσκολων κειμένων οι εξαίρετοι αυτοί συμπατριώτες.!

Με όλα αυτά και τις ευχαριστίες στους συντελεστές της παράστασης για το ωραίο θέαμα, θέλω να πω δυο λόγια για τη δική μας «παρεξήγηση» πάνω στα θέματα της τέχνης και του πολιτισμού. Το τόλμημα της Μοσχούλας δείχνει πως έχουμε δυνάμεις με ταλέντο και θέληση να πάμε ένα βήμα, κάθε φορά , πιο πέρα. Αρκεί να αναγνωρίζουμε και να δεχόμαστε την προσφορά αυτών των ανθρώπων.
Ένας τέτοιος άνθρωπος είναι η Μοσχούλα  και το λέω με γνώση και όχι επειδή είναι φίλη μου.
Την ευχαριστώ για το ωραίο ταξίδι της σκέψης που μας προσέφερε.

12 Μάρτη 2014

Αλέκος Κοντογιώργος

Δεν υπάρχουν σχόλια: